Η ψηφιακή ζωή και τα social media έχουν αναπτυχθεί με ταχύτατους ρυθμούς κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Έχουν κατακλύσει τη ζωή μας, έχοντας επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που ζούμε, εργαζόμαστε, επικοινωνούμε και απολαμβάνουμε τον ελεύθερο χρόνο μας.
Η ψηφιακή ζωή και τα social media έχουν αναπτυχθεί με ταχύτατους ρυθμούς κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Έχουν κατακλύσει τη ζωή μας, έχοντας επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που ζούμε, εργαζόμαστε, επικοινωνούμε και απολαμβάνουμε τον ελεύθερο χρόνο μας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι άνθρωποι περνούν καθημερινά κατά μέσο όρο 6 ώρες και 58 λεπτά μπροστά στην οθόνη! Μάλιστα, τα έτη 2020-2021, παρατηρήθηκε ότι ο μέσος χρόνος έκθεσης σε οθόνες για ενήλικες στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες αυξήθηκε κατά 60-80% σε σχέση με το διάστημα πριν από την πανδημία. Την ίδια στιγμή, όμως, όλο και περισσότερες μελέτες μας δείχνουν ότι η συνεχής έκθεση στις οθόνες και η κατανάλωση μεγάλου όγκου ψηφιακού περιεχομένου μπορεί να έχουν αρνητική επίδραση στην προσοχή και τη συγκέντρωσή μας.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα την επίδραση των ψηφιακών εργαλείων και των social media στη προσοχή χρειάζεται να ορίσουμε δύο σημαντικές έννοιες, τον χρόνο συγκέντρωσης και το εύρος προσοχής.
Ο χρόνος συγκέντρωσης και προσοχής αναφέρεται στον χρόνο που ο άνθρωπος μπορεί να διατηρήσει την προσοχή του σε μια δραστηριότητα, χωρίς να τη διακόψει για περισσότερο από μερικά δευτερόλεπτα ή λεπτά. Για παράδειγμα, έχουμε μια σημαντική εργασία που πρέπει να ολοκληρώσουμε σε 2 ώρες. Ταυτόχρονα όμως έχουμε ανοιχτά τα social media. Ξαφνικά ενώ έχουμε συγκεντρωθεί, λαμβάνουμε μια ειδοποίηση που μας ενημερώνει ότι έχουμε ένα νέο μήνυμα από έναν καλό μας φίλο. Αυτό άμεσα μπορεί να μας κινήσει το ενδιαφέρον και να αποσπάσει την προσοχή μας για να δούμε τι συμβαίνει. Έτσι, αφήνουμε την εργασία μας. Όταν ξεκινάμε πάλι αυτό που κάναμε, μπορεί να χρειαστούμε αρκετή ώρα για να συγκεντρωθούμε. Ο χρόνος αυτός που χρειάζεται για να συγκεντρωθούμε μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το άτομο και τη δραστηριότητα. Κατά γενικό κανόνα, είναι ευκολότερο να διατηρηθεί η προσοχή για μικρότερα χρονικά διαστήματα, ενώ οι πιο απαιτητικές δραστηριότητες χρειάζονται περισσότερο χρόνο συγκέντρωσης.
Το εύρος προσοχής αναφέρεται στην ικανότητά μας να επικεντρωνόμαστε σε μια δραστηριότητα ή σε αρκετές ανεξάρτητες μεταξύ τους δραστηριότητες και να αγνοούμε τους παράγοντες που μπορεί να μας αποσπούν, είτε αυτοί είναι εσωτερικοί, όπως στρες και κακή διάθεση, ή εξωτερικοί, όπως θόρυβος από τον δρόμο. Για παράδειγμα, μπορούμε να ακούμε μουσική όταν μαγειρεύουμε ή όταν κάνουμε μια απλή εργασία και να μένουμε συγκεντρωμένοι και στις δύο. Το εύρος διαφέρει από άτομο σε άτομο και επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως η ηλικία, η εμπειρία, η υγεία, ακόμη και η διάθεση.
Το εύρος της προσοχής των ενηλίκων είναι συνήθως μεγαλύτερο συγκριτικά με των παιδιών και των εφήβων. Τα παιδιά έχουν λιγότερη εμπειρία στην ολοκλήρωση εργασιών και είναι πιο ευαίσθητα στις εξωτερικές αποσπάσεις. Παράλληλα, οι ενήλικες μπορούν να επικεντρωθούν ταυτόχρονα σε αρκετά ερεθίσματα που υπάρχουν σε μια δραστηριότητα (όπως σε εικόνες, ήχους, κινήσεις, κ.λπ.). Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης, ο εργοδότης μπορεί να ακούει τον υποψήφιο και ταυτόχρονα να παρατηρεί και να αξιολογεί την έκφραση, το συναίσθημα και τη συμπεριφορά του, μέσα από τη στάση και τις κινήσεις του. Ένα άλλο παράδειγμα της σημασίας του εύρους προσοχής είναι όταν οδηγούμε, που πρέπει να διατηρούμε την προσοχή μας απέναντι σε πολλά και διαφορετικά ερεθίσματα, όπως ο δρόμος, οι άλλοι οδηγοί, τα φανάρια, κτλ.
Κατανοούμε, λοιπόν, ότι τόσο ο χρόνος συγκέντρωσης όσο και το εύρος προσοχής μας βοηθάνε σε όλους τους τομείς της καθημερινότητάς μας.
Όπως αναφέραμε, υπάρχουν διαφορετικοί παράγοντες που μπορεί να αποσπάσουν την προσοχή μας στην καθημερινότητά μας. Η διάσπαση προσοχής αναφέρεται ακριβώς στη δυσκολία μας να διατηρήσουμε την προσοχή μας σε μια δραστηριότητα. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε σε εσωτερικούς παράγοντες, όπως η κούραση, η ανία ή η απλή έλλειψη ενδιαφέροντος, ή σε εξωτερικούς, όπως η φασαρία και οι συχνές ειδοποιήσεις που λαμβάνουμε από τα social media. Η διάσπαση προσοχής είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε όλους μας ανά διαστήματα. Μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε με απλές τεχνικές, όπως κάνοντας διάλειμμα ή αλλάζοντας τον τρόπο που προσεγγίζουμε την εκάστοτε εργασία. Επίσης, υπάρχουν εξειδικευμένες τεχνικές που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να συγκεντρωνόμαστε πιο αποτελεσματικά. Μια από αυτές είναι η τεχνική Pomodoro που μας προτρέπει να διαιρούμε τον χρόνο μας σε συγκεκριμένες περιόδους εργασίας ("Pomodoros") και διαλείμματα. Ας φανταστούμε ότι έχουμε να ολοκληρώσουμε μια σημαντική εργασία, αλλά δεν μπορούμε να διατηρήσουμε την προσοχή μας για πολλή ώρα. Ορίζουμε έναν χρονοδιακόπτη για 25 λεπτά και για αυτή την ώρα συγκεντρωνόμαστε στην εργασία μας. Όταν χτυπήσει ο χρονοδιακόπτης, κάνουμε διάλειμμα 5 λεπτών, απομακρυνόμαστε από την εργασία και χαλαρώνουμε. Μπορούμε να το επαναλάβουμε αυτό 3 φορές.
Τα τελευταία χρόνια ακούμε συχνά να αναφέρεται η λέξη ΔΕΠ/Υ (στα αγγλικά ADHD). Οι συζητήσεις δεν περιορίζονται μόνο μεταξύ ειδικών ψυχικής υγείας ή ατόμων που ασχολούνται με παιδιά. Ως όρος εμφανίζεται συχνά ακόμη και στα social media μέσω εικόνων ή βίντεο. Για αυτόν τον λόγο, είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής (ΔΕΠ/Υ) με ή χωρίς Υπερκινητικότητα δεν είναι η διάσπαση προσοχής που αναφέραμε προηγουμένως. Αντίθετα, πρόκειται για μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που περιγράφει τη δυσκολία ενός ατόμου να εστιάσει την προσοχή του σε διαφορετικά πλαίσια π.χ., όταν εργάζεται, συζητάει με φίλους ή διαβάζει μια είδηση, με αποτέλεσμα να γίνεται δυσλειτουργικός στην καθημερινότητά του.
Η διερεύνηση και η διάγνωση της ΔΕΠ/Υ πραγματοποιείται συνήθως στην παιδική και εφηβική ηλικία. Παρόλα αυτά, μπορεί και ένας ενήλικας να επισκεφθεί έναν ειδικό ψυχικής υγείας για να εξετάσει αν έχει ΔΕΠ/Υ. Ωστόσο, όσο πιο νωρίς γίνει η διάγνωση, τόσο πιο εύκολο θα είναι για το άτομο να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της καθημερινότητας του και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του. Για να καταλάβει ένας ενήλικας ότι έχει ΔΕΠ/Υ μπορεί να παρατηρήσει στον εαυτό του αν έχει τα παρακάτω συμπτώματα:
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν εντοπίσουμε κάποια από τα παραπάνω συμπτώματα, είναι σημαντικό να αποφεύγουμε την αυτοδιάγνωση και να κατανοήσουμε τη μεγάλη διαφορά μιας νευροαναπτυξιακής διαταραχής από τη διάσπαση της προσοχής. Εάν υπάρχει ανησυχία ή υποψία για ΔΕΠ/Υ, καλό είναι να επισκεφτούμε έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας.
Αναμφίβολα, τα οφέλη των ψηφιακών εργαλείων στην καθημερινότητά μας είναι πολλά. Αν, όμως, δεν τα χρησιμοποιούμε με μέτρο, μπορεί να έχουν αρνητικές συνέπειες στη λειτουργικότητα και στην παραγωγικότητά μας, όπως στις δεξιότητες προσοχής και συγκέντρωσης.
Πιο συγκεκριμένα, οι πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν σχεδιαστεί για να παρέχουν μια συνεχή ροή πληροφοριών και μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που λειτουργεί ο εγκέφαλός μας, ιδιαίτερα τα επίπεδα ντοπαμίνης. Η ντοπαμίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής που παίζει βασικό ρόλο στη ρύθμιση της συμπεριφοράς, στην ευχαρίστηση, τη διάθεση, την προσοχή, τη μνήμη εργασίας, τη μάθηση και βέβαια το αίσθημα ανταμοιβής. Όταν συμμετέχουμε σε δραστηριότητες που βρίσκουμε ενδιαφέρουσες, όπως όταν κοιτάζουμε φωτογραφίες, βίντεο, αναρτήσεις, σχόλια και likes στις ψηφιακές πλατφόρμες, ο εγκέφαλός μας απελευθερώνει ντοπαμίνη και μας «ανταμοίβει». Αυτό μπορεί να αυξήσει το κίνητρό μας και να μας διευκολύνει να παραμείνουμε συγκεντρωμένοι σε αυτό που κάνουμε. Ωστόσο, η συνεχής έκθεση σε δραστηριότητες όπως το «σκρολάρισμα», μπορεί να διαταράξει τα επίπεδα ντοπαμίνης, με αποτέλεσμα να χρειαζόμαστε συχνότερη και μεγαλύτερη έκθεση σε ερεθίσματα που μας ευχαριστούν και να δυσκολευόμαστε να εστιάζουμε σε δραστηριότητες που δεν είναι τόσο ευχάριστες.
Επίσης, όταν χρησιμοποιούμε συνεχώς για πολλές ώρες τα ψηφιακά εργαλεία, όπως τα smartphones και τα tablets, μεταξύ άλλων, για δραστηριότητες όπως, παρακολούθηση ταινιών/εκπομπών ή ειδήσεων, ηλεκτρονικά παιχνίδια, χαλάρωση και ανταλλαγή μηνυμάτων, μπορεί να υπάρξουν οι παρακάτω συνέπειες:
Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι δεν είναι δεδομένο πως η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης απαραίτητα οδηγεί σε αυτά τα προβλήματα. Είναι σημαντικό να τα χρησιμοποιούμε με φειδώ και να προσπαθούμε να ρυθμίζουμε τον χρόνο που αφιερώνουμε σε αυτά, ώστε να διατηρούμε την προσοχή και τη συγκέντρωσή μας και σε άλλες δραστηριότητες και εργασίες.
Είναι πολύ σημαντικό, να βρούμε τρόπους για να μειώσουμε τον χρόνο που περνάμε μπροστά στην οθόνη. Αυτό θα μας βοηθήσει να είμαστε πιο λειτουργικοί στην καθημερινότητά μας. Μάλιστα, υπάρχουν σχετικές συστάσεις για τους ενήλικες, οι οποίες επικεντρώνονται τόσο στον χρόνο όσο και στο περιεχόμενο της έκθεσης στις οθόνες.
Συγκεκριμένα, χρειάζεται να περνάμε τουλάχιστον 3-4 ώρες καθημερινά μακριά από την οθόνη και να περιορίζουμε τον χρόνο μας στα social media στα 30 λεπτά έως 60 λεπτά/1 ώρα συνολικά. Παράλληλα, είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε ένα ισορροπημένο πρόγραμμα που περιλαμβάνει και άλλες δραστηριότητες, όπως άθληση, κοινωνική αλληλεπίδραση, χόμπι και χρόνο με οικογένεια και φίλους. Σημαντικό είναι επίσης, να είμαστε επιλεκτικοί με το περιεχόμενο που βλέπουμε στην οθόνη μας.
Η μείωση του χρόνου στην οθόνη και η επιλεκτική παρακολούθηση περιεχομένου στις ψηφιακές πλατφόρμες είναι δύο τρόποι για να μας βοηθήσουν με τη διάσπαση της προσοχής. Η προσεκτική έκθεση στα social media δεν είναι, όμως, ο μοναδικός τρόπος για τη συγκέντρωση και τη διατήρηση της προσοχής, καθώς όπως αναφέραμε, αυτές επηρεάζονται από πλήθος παραγόντων. Κάποιες άλλες στρατηγικές διατήρησης της προσοχής, λοιπόν, είναι οι ακόλουθες:
Αυτές οι στρατηγικές μπορούν να εφαρμοστούν σε διάφορες καθημερινές εργασίες για τη βελτίωση της συγκέντρωσης και της προσοχής μας. Ωστόσο, καθώς κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, χρειάζεται να πειραματιστούμε με διάφορες στρατηγικές για να καταλήξουμε στο τι μας ταιριάζει, καθώς κάτι που λειτουργεί για εμάς, μπορεί να μην λειτουργεί για κάποιο άλλο άτομο.
Στη σημερινή ψηφιακή εποχή, τα παιδιά εκτίθενται σε ηλεκτρονικές συσκευές από πολύ νεαρή ηλικία, τόσο για ψυχαγωγικούς όσο και για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Παράλληλα, είναι πολύ συχνό και οι γονείς να χρησιμοποιούν τις οθόνες ως μορφή ψυχαγωγίας ή για τη δουλειά τους. Ο υπερβολικός χρόνος έκθεσης στην οθόνη, όμως, και η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, εκτός από τις επιπτώσεις τους στη συγκέντρωση και την προσοχή, μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις και στη σχέση γονέα-παιδιού, όπως:
Εν κατακλείδι, η σύγχρονη ζωή περιλαμβάνει πολλά ερεθίσματα που μπορούν να μας αποσυντονίσουν και να μας αποσπάσουν από σημαντικές πτυχές της καθημερινότητας. Η ψηφιακή ζωή και τα social media ήρθαν να προστεθούν σε αυτούς τους περισπασμούς. Παρόλο που είναι χρήσιμα στην καθημερινότητα μας, με πολλά οφέλη στην εργασία, την επικοινωνία και την ψυχαγωγία, η υπερβολική χρήση τους μπορεί να επιδράσει αρνητικά στη συγκέντρωση και την προσοχή μας. Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα, μπορούμε να λάβουμε μέτρα, προκειμένου να αξιοποιήσουμε τα ψηφιακά εργαλεία σωστά και να υιοθετήσουμε στρατηγικές που θα βοηθήσουν στη συγκέντρωση και την προσοχή. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε, ότι η τεχνολογία είναι ένα μέσο, όχι αυτοσκοπός, και ότι δεν αντικαθιστά την ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία. Είναι στο χέρι μας το αν θα αφήσουμε τα τεχνολογικά μέσα να διαταράξουν την προσοχή και τη συγκέντρωσή μας, ή αν θα τα χρησιμοποιήσουμε με κριτικό τρόπο, θα μάθουμε να τα διαχειριζόμαστε καλύτερα, εστιάζοντας στην πραγματική ζωή!
Για τη δημιουργία του παρόντος αξιοποιήθηκαν περισσότερες από 20 επιστημονικές πηγές οι σημαντικότερες εκ των οποίων είναι Αμερικάνικη Ψυχολογική Εταιρεία, Ελληνική Εταιρεία Μελέτης ΔΕΠΥ, Πανελλήνιο Σωματείο Ατόμων με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), Mayo Clinic, Internet Matters Organization, Anna Freud National Centre for Children and Families, American Family Physician, Reid Health Organization, Harvard University, Verywell Family και άλλα Επιστημονικά Περιοδικά Ψυχολογίας.