Πληροφορίες Άρθρου

Web Content Viewer

Portlet Content
Ευεξία 02.08.2023 5 λεπτά

Ψηφιακή ζωή και Social Media: Πώς επηρεάζουν τη συγκέντρωση και προσοχή μας και τη σχέση γονέων και παιδιών

Η ψηφιακή ζωή και τα social media έχουν αναπτυχθεί με ταχύτατους ρυθμούς κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Έχουν κατακλύσει τη ζωή μας, έχοντας επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που ζούμε, εργαζόμαστε, επικοινωνούμε και απολαμβάνουμε τον ελεύθερο χρόνο μας.

Η ψηφιακή ζωή και τα social media έχουν αναπτυχθεί με ταχύτατους ρυθμούς κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Έχουν κατακλύσει τη ζωή μας, έχοντας επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που ζούμε, εργαζόμαστε, επικοινωνούμε και απολαμβάνουμε τον ελεύθερο χρόνο μας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι άνθρωποι περνούν καθημερινά κατά μέσο όρο 6 ώρες και 58 λεπτά μπροστά στην οθόνη! Μάλιστα, τα έτη 2020-2021, παρατηρήθηκε ότι ο μέσος χρόνος έκθεσης σε οθόνες για ενήλικες στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες αυξήθηκε κατά 60-80% σε σχέση με το διάστημα πριν από την πανδημία. Την ίδια στιγμή, όμως, όλο και περισσότερες μελέτες μας δείχνουν ότι η συνεχής έκθεση στις οθόνες και η κατανάλωση μεγάλου όγκου ψηφιακού περιεχομένου μπορεί να έχουν αρνητική επίδραση στην προσοχή και τη συγκέντρωσή μας.

Τι είναι ο χρόνος συγκέντρωσης και το εύρος προσοχής;

Για να κατανοήσουμε καλύτερα την επίδραση των ψηφιακών εργαλείων και των social media στη προσοχή χρειάζεται να ορίσουμε δύο σημαντικές έννοιες, τον χρόνο συγκέντρωσης και το εύρος προσοχής.

Ο χρόνος συγκέντρωσης και προσοχής αναφέρεται στον χρόνο που ο άνθρωπος μπορεί να διατηρήσει την προσοχή του σε μια δραστηριότητα, χωρίς να τη διακόψει για περισσότερο από μερικά δευτερόλεπτα ή λεπτά. Για παράδειγμα, έχουμε μια σημαντική εργασία που πρέπει να ολοκληρώσουμε σε 2 ώρες. Ταυτόχρονα όμως έχουμε ανοιχτά τα social media. Ξαφνικά ενώ έχουμε συγκεντρωθεί, λαμβάνουμε μια ειδοποίηση που μας ενημερώνει ότι έχουμε ένα νέο μήνυμα από έναν καλό μας φίλο. Αυτό άμεσα μπορεί να μας κινήσει το ενδιαφέρον και να αποσπάσει την προσοχή μας για να δούμε τι συμβαίνει. Έτσι, αφήνουμε την εργασία μας. Όταν ξεκινάμε πάλι αυτό που κάναμε, μπορεί να χρειαστούμε αρκετή ώρα για να συγκεντρωθούμε. Ο χρόνος αυτός που χρειάζεται για να συγκεντρωθούμε μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το άτομο και τη δραστηριότητα. Κατά γενικό κανόνα, είναι ευκολότερο να διατηρηθεί η προσοχή για μικρότερα χρονικά διαστήματα, ενώ οι πιο απαιτητικές δραστηριότητες χρειάζονται περισσότερο χρόνο συγκέντρωσης.

Το εύρος προσοχής αναφέρεται στην ικανότητά μας να επικεντρωνόμαστε σε μια δραστηριότητα ή σε αρκετές ανεξάρτητες μεταξύ τους δραστηριότητες και να αγνοούμε τους παράγοντες που μπορεί να μας αποσπούν, είτε αυτοί είναι εσωτερικοί, όπως στρες και κακή διάθεση, ή εξωτερικοί, όπως θόρυβος από τον δρόμο. Για παράδειγμα, μπορούμε να ακούμε μουσική όταν μαγειρεύουμε ή όταν κάνουμε μια απλή εργασία και να μένουμε συγκεντρωμένοι και στις δύο. Το εύρος διαφέρει από άτομο σε άτομο και επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως η ηλικία, η εμπειρία, η υγεία, ακόμη και η διάθεση.

Το εύρος της προσοχής των ενηλίκων είναι συνήθως μεγαλύτερο συγκριτικά με των παιδιών και των εφήβων. Τα παιδιά έχουν λιγότερη εμπειρία στην ολοκλήρωση εργασιών και είναι πιο ευαίσθητα στις εξωτερικές αποσπάσεις. Παράλληλα, οι ενήλικες μπορούν να επικεντρωθούν ταυτόχρονα σε αρκετά ερεθίσματα που υπάρχουν σε μια δραστηριότητα (όπως σε εικόνες, ήχους, κινήσεις, κ.λπ.). Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης, ο εργοδότης μπορεί να ακούει τον υποψήφιο και ταυτόχρονα να παρατηρεί και να αξιολογεί την έκφραση, το συναίσθημα και τη συμπεριφορά του, μέσα από τη στάση και τις κινήσεις του. Ένα άλλο παράδειγμα της σημασίας του εύρους προσοχής είναι όταν οδηγούμε, που πρέπει να διατηρούμε την προσοχή μας απέναντι σε πολλά και διαφορετικά ερεθίσματα, όπως ο δρόμος, οι άλλοι οδηγοί, τα φανάρια, κτλ.

Κατανοούμε, λοιπόν, ότι τόσο ο χρόνος συγκέντρωσης όσο και το εύρος προσοχής μας βοηθάνε σε όλους τους τομείς της καθημερινότητάς μας.

Τι είναι η διάσπαση προσοχής;

Όπως αναφέραμε, υπάρχουν διαφορετικοί παράγοντες που μπορεί να αποσπάσουν την προσοχή μας στην καθημερινότητά μας. Η διάσπαση προσοχής αναφέρεται ακριβώς στη δυσκολία μας να διατηρήσουμε την προσοχή μας σε μια δραστηριότητα. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε σε εσωτερικούς παράγοντες, όπως η κούραση, η ανία ή η απλή έλλειψη ενδιαφέροντος, ή σε εξωτερικούς, όπως η φασαρία και οι συχνές ειδοποιήσεις που λαμβάνουμε από τα social media. Η διάσπαση προσοχής είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε όλους μας ανά διαστήματα. Μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε με απλές τεχνικές, όπως κάνοντας διάλειμμα ή αλλάζοντας τον τρόπο που προσεγγίζουμε την εκάστοτε εργασία. Επίσης, υπάρχουν εξειδικευμένες τεχνικές που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να συγκεντρωνόμαστε πιο αποτελεσματικά. Μια από αυτές είναι η τεχνική Pomodoro που μας προτρέπει να διαιρούμε τον χρόνο μας σε συγκεκριμένες περιόδους εργασίας ("Pomodoros") και διαλείμματα. Ας φανταστούμε ότι έχουμε να ολοκληρώσουμε μια σημαντική εργασία, αλλά δεν μπορούμε να διατηρήσουμε την προσοχή μας για πολλή ώρα. Ορίζουμε έναν χρονοδιακόπτη για 25 λεπτά και για αυτή την ώρα συγκεντρωνόμαστε στην εργασία μας. Όταν χτυπήσει ο χρονοδιακόπτης, κάνουμε διάλειμμα 5 λεπτών, απομακρυνόμαστε από την εργασία και χαλαρώνουμε. Μπορούμε να το επαναλάβουμε αυτό 3 φορές.

Η διαφορά μεταξύ απόσπασης προσοχής και Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ)

Τα τελευταία χρόνια ακούμε συχνά να αναφέρεται η λέξη ΔΕΠ/Υ (στα αγγλικά ADHD). Οι συζητήσεις δεν περιορίζονται μόνο μεταξύ ειδικών ψυχικής υγείας ή ατόμων που ασχολούνται με παιδιά. Ως όρος εμφανίζεται συχνά ακόμη και στα social media μέσω εικόνων ή βίντεο. Για αυτόν τον λόγο, είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής (ΔΕΠ/Υ) με ή χωρίς Υπερκινητικότητα δεν είναι η διάσπαση προσοχής που αναφέραμε προηγουμένως. Αντίθετα, πρόκειται για μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που περιγράφει τη δυσκολία ενός ατόμου να εστιάσει την προσοχή του σε διαφορετικά πλαίσια π.χ., όταν εργάζεται, συζητάει με φίλους ή διαβάζει μια είδηση, με αποτέλεσμα να γίνεται δυσλειτουργικός στην καθημερινότητά του.

Η διερεύνηση και η διάγνωση της ΔΕΠ/Υ πραγματοποιείται συνήθως στην παιδική και εφηβική ηλικία. Παρόλα αυτά, μπορεί και ένας ενήλικας να επισκεφθεί έναν ειδικό ψυχικής υγείας για να εξετάσει αν έχει ΔΕΠ/Υ. Ωστόσο, όσο πιο νωρίς γίνει η διάγνωση, τόσο πιο εύκολο θα είναι για το άτομο να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της καθημερινότητας του και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του. Για να καταλάβει ένας ενήλικας ότι έχει ΔΕΠ/Υ μπορεί να παρατηρήσει στον εαυτό του αν έχει τα παρακάτω συμπτώματα:

  • Δυσκολία διατήρησης της προσοχής
  • Ευκολία διάσπασης
  • Δυσκολία διαχείρισης χρόνου
  • Δυσκολία στο να ακούει τους άλλους
  • Δυσκολία ολοκλήρωσης μιας εργασίας
  • Χαμηλός έλεγχος των παρορμήσεων
  • Προβλήματα με την οδήγηση
  • Αδυναμία ελέγχου και αναστολής των συναισθηματικών του αντιδράσεων, π.χ. έντονος θυμός και δυσκολία στις συντροφικές/φιλικές σχέσεις
  • Πολυάριθμες νευρικές κινήσεις
  • Υπερβολική ομιλία
  • Συνεχής κινητικότητα στο χώρο
  • Κατάχρηση ουσιών

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν εντοπίσουμε κάποια από τα παραπάνω συμπτώματα, είναι σημαντικό να αποφεύγουμε την αυτοδιάγνωση και να κατανοήσουμε τη μεγάλη διαφορά μιας νευροαναπτυξιακής διαταραχής από τη διάσπαση της προσοχής. Εάν υπάρχει ανησυχία ή υποψία για ΔΕΠ/Υ, καλό είναι να επισκεφτούμε έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας.

Οι επιπτώσεις της υπερβολικής χρήσης των ψηφιακών εργαλείων και των social mediato στη συγκέντρωση και την προσοχή

Αναμφίβολα, τα οφέλη των ψηφιακών εργαλείων στην καθημερινότητά μας είναι πολλά. Αν, όμως, δεν τα χρησιμοποιούμε με μέτρο, μπορεί να έχουν αρνητικές συνέπειες στη λειτουργικότητα και στην παραγωγικότητά μας, όπως στις δεξιότητες προσοχής και συγκέντρωσης.

Πιο συγκεκριμένα, οι πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν σχεδιαστεί για να παρέχουν μια συνεχή ροή πληροφοριών και μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που λειτουργεί ο εγκέφαλός μας, ιδιαίτερα τα επίπεδα ντοπαμίνης. Η ντοπαμίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής που παίζει βασικό ρόλο στη ρύθμιση της συμπεριφοράς, στην ευχαρίστηση, τη διάθεση, την προσοχή, τη μνήμη εργασίας, τη μάθηση και βέβαια το αίσθημα ανταμοιβής. Όταν συμμετέχουμε σε δραστηριότητες που βρίσκουμε ενδιαφέρουσες, όπως όταν κοιτάζουμε φωτογραφίες, βίντεο, αναρτήσεις, σχόλια και likes στις ψηφιακές πλατφόρμες, ο εγκέφαλός μας απελευθερώνει ντοπαμίνη και μας «ανταμοίβει». Αυτό μπορεί να αυξήσει το κίνητρό μας και να μας διευκολύνει να παραμείνουμε συγκεντρωμένοι σε αυτό που κάνουμε. Ωστόσο, η συνεχής έκθεση σε δραστηριότητες όπως το «σκρολάρισμα», μπορεί να διαταράξει τα επίπεδα ντοπαμίνης, με αποτέλεσμα να χρειαζόμαστε συχνότερη και μεγαλύτερη έκθεση σε ερεθίσματα που μας ευχαριστούν και να δυσκολευόμαστε να εστιάζουμε σε δραστηριότητες που δεν είναι τόσο ευχάριστες.

Επίσης, όταν χρησιμοποιούμε συνεχώς για πολλές ώρες τα ψηφιακά εργαλεία, όπως τα smartphones και τα tablets, μεταξύ άλλων, για δραστηριότητες όπως, παρακολούθηση ταινιών/εκπομπών ή ειδήσεων, ηλεκτρονικά παιχνίδια, χαλάρωση και ανταλλαγή μηνυμάτων, μπορεί να υπάρξουν οι παρακάτω συνέπειες:

  • Μας απομακρύνουν από σημαντικές εργασίες που χρειάζεται να διεκπεραιώσουμε.
  • Όταν η χρήση τους δεν είναι ελεγχόμενη, μπορεί να μας οδηγήσει σε εθισμό.
  • Αυξάνεται το άγχος και μειώνεται η γνωστική μας απόδοση, λόγω της συνεχούς λήψης ειδοποιήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διασπάται η προσοχή μας και να μειώνεται η παραγωγικότητά μας.
  • Δυσκολευόμαστε στην ιεράρχηση και ταυτόχρονη εκτέλεση πολλαπλών εργασιών.
  • Η έκθεση μας στα social media απαιτεί ταυτόχρονη επεξεργασία και κατανόηση μεγάλου όγκου περιεχομένου. Ουσιαστικά, έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη να διεγείρεται η προσοχή μας από ενδιαφέροντα και διαφορετικά ερεθίσματα, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να επικεντρωθούμε σε εργασίες ή δραστηριότητες που απαιτούν συγκέντρωση μεγάλης διάρκειας. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας του μεγάλου όγκου πληροφορίας και του τρόπου που αυτή παρουσιάζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (όπως κείμενο, εικόνες, βίντεο).
  • Μειώνεται η ικανότητά μας να αναλύουμε πληροφορίες και να βγάζουμε συμπεράσματα από αυτές.
  • Δυσκολευόμαστε να εργαζόμαστε ή να μελετάμε συνεχόμενα, καθώς μπορεί να παρακολουθούμε περιεχόμενο που δεν είναι σχετικό με τις δραστηριότητές μας.
  • Μπορούμε να είμαστε διαθέσιμοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όλο το 24ωρο, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε συνεχή ενασχόληση με αυτά. Συγκεκριμένα, το περιεχόμενο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης βασίζεται σε αλγόριθμους και έχει σχεδιαστεί για να μας κρατάει αφοσιωμένους. Αυτό μπορεί να προκαλέσει μια συνεχή ενασχόληση και γρήγορη ενημέρωση που συμβάλλει στην «οικονομία της προσοχής». Η «οικονομία προσοχής» αναφέρεται στην ιδέα ότι η προσοχή μας έχει σχετικά μικρό εύρος και για αυτό χρειάζεται να την διαχειριζόμαστε αποτελεσματικά για να επιτύχουμε τους στόχους μας. Επομένως, βασιζόμενοι στην «οικονομία προσοχής», η ανάγκη μας για συνεχή ενασχόληση με τα social media έχει ως αποτέλεσμα να δυσκολευόμαστε να εστιάσουμε σε μακροπρόθεσμους στόχους που έχουμε θέσει.

Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι δεν είναι δεδομένο πως η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης απαραίτητα οδηγεί σε αυτά τα προβλήματα. Είναι σημαντικό να τα χρησιμοποιούμε με φειδώ και να προσπαθούμε να ρυθμίζουμε τον χρόνο που αφιερώνουμε σε αυτά, ώστε να διατηρούμε την προσοχή και τη συγκέντρωσή μας και σε άλλες δραστηριότητες και εργασίες.

Στρατηγικές διατήρησης της συγκέντρωσης και προσοχής

Είναι πολύ σημαντικό, να βρούμε τρόπους για να μειώσουμε τον χρόνο που περνάμε μπροστά στην οθόνη. Αυτό θα μας βοηθήσει να είμαστε πιο λειτουργικοί στην καθημερινότητά μας. Μάλιστα, υπάρχουν σχετικές συστάσεις για τους ενήλικες, οι οποίες επικεντρώνονται τόσο στον χρόνο όσο και στο περιεχόμενο της έκθεσης στις οθόνες.

Συγκεκριμένα, χρειάζεται να περνάμε τουλάχιστον 3-4 ώρες καθημερινά μακριά από την οθόνη και να περιορίζουμε τον χρόνο μας στα social media στα 30 λεπτά έως 60 λεπτά/1 ώρα συνολικά. Παράλληλα, είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε ένα ισορροπημένο πρόγραμμα που περιλαμβάνει και άλλες δραστηριότητες, όπως άθληση, κοινωνική αλληλεπίδραση, χόμπι και χρόνο με οικογένεια και φίλους. Σημαντικό είναι επίσης, να είμαστε επιλεκτικοί με το περιεχόμενο που βλέπουμε στην οθόνη μας.

Η μείωση του χρόνου στην οθόνη και η επιλεκτική παρακολούθηση περιεχομένου στις ψηφιακές πλατφόρμες είναι δύο τρόποι για να μας βοηθήσουν με τη διάσπαση της προσοχής. Η προσεκτική έκθεση στα social media δεν είναι, όμως, ο μοναδικός τρόπος για τη συγκέντρωση και τη διατήρηση της προσοχής, καθώς όπως αναφέραμε, αυτές επηρεάζονται από πλήθος παραγόντων. Κάποιες άλλες στρατηγικές διατήρησης της προσοχής, λοιπόν, είναι οι ακόλουθες:

  • Αποφεύγουμε τα περιττά διαλείμματα που περιλαμβάνουν την περιήγηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή τον έλεγχο των ηλεκτρονικών μηνυμάτων κατά τη διάρκεια της εργασίας ή της μελέτης.
  • Δημιουργούμε έναν κατάλληλο χώρο μελέτης και εργασίας, χωρίς περιττά ερεθίσματα και περισπασμούς. Για παράδειγμα, αν δεν χρειαζόμαστε το κινητό μας τηλέφωνο, μπορούμε να το απομακρύνουμε από το γραφείο ή να απενεργοποιήσουμε την πρόσβαση μας στο Ίντερνετ από το κινητό τηλέφωνο ή από ψηφιακά εργαλεία που δεν είναι μας είναι χρήσιμα εκείνη τη στιγμή, όπως το Instagram. Μπορούμε, επίσης, να απενεργοποιούμε τις ειδοποιήσεις των εφαρμογών.
  • Αναζητούμε εναλλακτικές δραστηριότητες που βοηθούν στην ενίσχυση του εύρους προσοχής, όπως είναι η σωματική άσκηση, η ανάγνωση βιβλίων ή η συνομιλία με φίλους και συγγενείς. Επιπλέον, δραστηριότητες όπως σταυρόλεξα, παζλ και παιχνίδια μνήμης, μας βοηθούν να εξασκήσουμε τις δεξιότητες προσοχής και συγκέντρωσης.
  • Θέτουμε ρεαλιστικούς στόχους και προτεραιότητες για κάθε υποχρέωση και δραστηριότητα που έχουμε, έτσι ώστε να επικεντρωνόμαστε στα σημαντικά καθήκοντα της ημέρας χωρίς περισπασμούς.
  • Χρησιμοποιούμε τεχνικές διαχείρισης χρόνου, όπως η τεχνική Pomodoro που αναφέραμε προηγουμένως.

Αυτές οι στρατηγικές μπορούν να εφαρμοστούν σε διάφορες καθημερινές εργασίες για τη βελτίωση της συγκέντρωσης και της προσοχής μας. Ωστόσο, καθώς κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, χρειάζεται να πειραματιστούμε με διάφορες στρατηγικές για να καταλήξουμε στο τι μας ταιριάζει, καθώς κάτι που λειτουργεί για εμάς, μπορεί να μην λειτουργεί για κάποιο άλλο άτομο.

Η επίδραση των ψηφιακών εργαλείων και των social media στη σχέση μεταξύ γονέων-παιδιών

Στη σημερινή ψηφιακή εποχή, τα παιδιά εκτίθενται σε ηλεκτρονικές συσκευές από πολύ νεαρή ηλικία, τόσο για ψυχαγωγικούς όσο και για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Παράλληλα, είναι πολύ συχνό και οι γονείς να χρησιμοποιούν τις οθόνες ως μορφή ψυχαγωγίας ή για τη δουλειά τους. Ο υπερβολικός χρόνος έκθεσης στην οθόνη, όμως, και η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, εκτός από τις επιπτώσεις τους στη συγκέντρωση και την προσοχή, μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις και στη σχέση γονέα-παιδιού, όπως:

  • Μειώνεται ο ποιοτικός χρόνος που περνάμε με τα παιδιά: Όταν ελέγχουμε συνεχώς τα τηλέφωνά μας ή περιηγούμαστε διαρκώς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν είμαστε συναισθηματικά και πνευματικά παρόντες κατά τη διάρκεια οικογενειακών δραστηριοτήτων ή συνομιλιών.
  • Δυσκολευόμαστε να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας: Τα παιδιά μπορεί να αισθάνονται παραμελημένα όταν είμαστε συνεχώς στο κινητό, με αποτέλεσμα να θεωρούν ότι δεν είμαστε πρόθυμοι και διαθέσιμοι να ακούσουμε τους προβληματισμούς τους και μπορεί να αισθανθούν ότι μας επιβαρύνουν.
  • Συγκρίνουμε την οικογένειά μας με άλλες οικογένειες: Οι άνθρωποι συνειδητά ή ασυνείδητα έχουμε την τάση να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους άλλους. Ας φανταστούμε ότι παρακολουθούμε τις δημοσιεύσεις άλλων γονέων σχετικά με την «τέλεια» οικογένειά τους και τον τρόπο ανατροφής των παιδιών. Φυσικά, η ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την ανατροφή, καθώς και ιδεών για την αντιμετώπιση προβλημάτων με τα παιδιά μπορεί να έχει σημαντικά οφέλη. Παρόλα αυτά, η προβολή του κατασκευασμένα «τέλειου» και η επιθυμία μας να φτάσουμε τόσο εμείς όσο και τα παιδιά σε αυτό που βλέπουμε, μπορεί να οδηγήσει όλους μας σε χαμηλή αυτοεκτίμηση και να ενισχύσει το άγχος μας.
  • Συμπεριφερόμαστε εχθρικά στους κοντινούς μας ανθρώπους: Ο υπερβολικός χρόνος μπροστά στην οθόνη μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα και για εμάς και για τα παιδιά να γίνουμε ευερέθιστοι όταν μας «διακόπτουν» από την ψηφιακή μας δραστηριότητα. Επίσης, μπορεί να χάνουμε πιο εύκολα την προσοχή μας κατά τη διάρκεια μιας συνομιλίας. Όταν μειώνεται η προσοχή μας, δυσκολευόμαστε να επικοινωνήσουμε στους άλλους αυτό που μας απασχολεί. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αμήχανη σιωπή και σε συγκρούσεις.
  • Μπορεί να παρέμβουμε στον προσωπικό χώρο του άλλου: Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν επίσης να επιβαρύνουν τις σχέσεις γονέα-παιδιού όταν προσπαθούμε να παρακολουθήσουμε πολύ στενά τις διαδικτυακές δραστηριότητες των παιδιών ή των συντρόφων/συζύγων μας. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει αισθήματα δυσπιστίας και δυσαρέσκειας και οι κοντινοί μας άνθρωποι να αισθάνονται ότι η ιδιωτικότητά τους παραβιάζεται.

Τι μπορούμε να κάνουμε ως γονείς;

  • Γινόμαστε πρότυπο: Υιοθετούμε εμείς οι ίδιοι σωστές συμπεριφορές στη χρήση των ψηφιακών εργαλείων. Περιορίζουμε τον δικό μας χρόνο έκθεσης σε οθόνη και είμαστε παρόντες στις οικογενειακές δραστηριότητες.
  • Οριοθετούμε τη χρήση και την έκθεση σε οθόνες για όλη την οικογένεια: Ο καθορισμός ορίων για τον χρόνο οθόνης μπορεί να βοηθήσει τους γονείς και τα παιδιά να περνούν περισσότερο ποιοτικό χρόνο μαζί. Μπορούμε να ορίσουμε συγκεκριμένες ώρες για χρήση της οθόνης και να προσπαθούμε όλοι μας, γονείς και παιδιά, να συμμετέχουμε σε άλλες δραστηριότητες, όπως το διάβασμα ή το παιχνίδι/ επικοινωνία δια ζώσης με άλλα άτομα. Για παράδειγμα, μπορούμε να ορίσουμε ως οικογένεια να μην χρησιμοποιούμε τα κινητά την ώρα που τρώμε ή όταν είμαστε έξω με φίλους. Αυτό μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να αναπτύξουν καλύτερες δεξιότητες επικοινωνίας και να βελτιώσουν τη σχέση τους με τους γονείς τους.
  • Επικοινωνούμε ανοιχτά για τη χρήση των ψηφιακών εργαλείων: Μιλάμε ανοιχτά με τα παιδιά σχετικά με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, την ασφαλή πλοήγηση και τη σωστή διαδικτυακή παρουσία και συμπεριφορά. Αυτό μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να αναπτύξουν υγιείς συνήθειες και να αποφύγουν την επικίνδυνη διαδικτυακή συμπεριφορά.

Εν κατακλείδι, η σύγχρονη ζωή περιλαμβάνει πολλά ερεθίσματα που μπορούν να μας αποσυντονίσουν και να μας αποσπάσουν από σημαντικές πτυχές της καθημερινότητας. Η ψηφιακή ζωή και τα social media ήρθαν να προστεθούν σε αυτούς τους περισπασμούς. Παρόλο που είναι χρήσιμα στην καθημερινότητα μας, με πολλά οφέλη στην εργασία, την επικοινωνία και την ψυχαγωγία, η υπερβολική χρήση τους μπορεί να επιδράσει αρνητικά στη συγκέντρωση και την προσοχή μας. Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα, μπορούμε να λάβουμε μέτρα, προκειμένου να αξιοποιήσουμε τα ψηφιακά εργαλεία σωστά και να υιοθετήσουμε στρατηγικές που θα βοηθήσουν στη συγκέντρωση και την προσοχή. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε, ότι η τεχνολογία είναι ένα μέσο, όχι αυτοσκοπός, και ότι δεν αντικαθιστά την ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία. Είναι στο χέρι μας το αν θα αφήσουμε τα τεχνολογικά μέσα να διαταράξουν την προσοχή και τη συγκέντρωσή μας, ή αν θα τα χρησιμοποιήσουμε με κριτικό τρόπο, θα μάθουμε να τα διαχειριζόμαστε καλύτερα, εστιάζοντας στην πραγματική ζωή!

Για τη δημιουργία του παρόντος αξιοποιήθηκαν περισσότερες από 20 επιστημονικές πηγές οι σημαντικότερες εκ των οποίων είναι Αμερικάνικη Ψυχολογική Εταιρεία, Ελληνική Εταιρεία Μελέτης ΔΕΠΥ, Πανελλήνιο Σωματείο Ατόμων με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), Mayo Clinic, Internet Matters Organization, Anna Freud National Centre for Children and Families, American Family Physician, Reid Health Organization, Harvard University, Verywell Family και άλλα Επιστημονικά Περιοδικά Ψυχολογίας.

Web Content Viewer

Portlet Content

Από το blog μας

Web Content Viewer

Portlet Content
Complementary Content
${loading}