Πληροφορίες Άρθρου

Web Content Viewer

Portlet Content
Παιδί 25.09.2020

Μεγαλώνοντας υγιή παιδιά που σέβονται τη διαφορετικότητα.

Τώρα που τα παιδιά έχουν επιστρέψει στο σχολείο διαβάστε πολύτιμες συμβουλές για το ρόλο των γονέων.

Μεγαλώνοντας υγιή παιδιά που σέβονται την διαφορετικότητα
Συνέντευξη της Ψυχιάτρου παιδιών και εφήβων και Προέδρου της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδος, κ. Κατερίνας Χάρη

Τα παιδιά έχουν επιστρέψει στο σχολείο – προς το παρόν τουλάχιστον. Σε μία εποχή που τα περισσότερα θέματα που απασχολούν τους γονείς είναι υγειονομικού ενδιαφέροντος, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τα ζητήματα που αφορούν την ομαλή κοινωνικοποίηση και την επικοινωνία. Επιπλέον, κατά τους πρόσφατους μήνες το διεθνές ενδιαφέρον ανθρώπων και θεσμών έχει στραφεί εξίσου με τα ζητήματα της πανδημίας στα ζητήματα του σεβασμού της διαφορετικότητας και της καταπολέμησης των διακρίσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ψυχιάτρος παιδιών και εφήβων και Προέδρος της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδος, κ. Κατερίνα Χάρη δίνει πολύτιμες συμβουλές για το ρόλο των γονέων, τη συνεισφορά των ΜΜΕ και τους τρόπους για να εμπνεύσουμε στα παιδιά τον σεβασμό στη διαφορετικότητα.

Πως εισάγουμε τα παιδιά σε έναν κόσμο, που η διαχείριση της πληροφορίας πρέπει να είναι αυξημένη;

Η προσαρμογή του ανθρώπου στις εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες δεν είναι περιστασιακή, αλλά μια διαρκής διαδικασία, η οποία ξεκινάει από τη γέννηση και συνεχίζει μέχρι το τέλος της ζωής. Για το παιδί, το «εργαστήρι» αυτών των διεργασιών είναι το περιβάλλον των οικογενειακών σχέσεων και η κρίσιμη ως προς την έκβαση περίοδος είναι τα 3 πρώτα χρόνια της ζωής του. Η γνωστική και συναισθηματική του ωρίμανση προχωρούν αλληλένδετες και διαπλεκόμενες, χτίζοντας από κοινού μέσα στον χρόνο και την κριτική του ικανότητα. Προϋπόθεση για μια όπτιμη ανάπτυξη είναι ένα οικογενειακό περιβάλλον που θα του παρέχει ασφάλεια, αυτό που στη γλώσσα μας λέμε «βασική εμπιστοσύνη». Με άλλα λόγια, να υπάρχει η κατάλληλη ανταπόκριση στις ανάγκες του, ενσυναίσθηση, συνέπια και συνέχεια της ποιότητας φροντίδας, χωρίς αντιφατικά μηνύματα, σύγχυση, αποδιοργάνωση. Σε αυτό το περιβάλλον εμπιστοσύνης, το παιδί γίνεται ψυχικά δεκτικό, απορροφά από τις σχέσεις και την επικοινωνία, αξιοποιεί τη βιωματική εμπειρία και αναπτύσσεται συναισθηματικά και γνωστικά.

Πως μπορεί να οξύνει ο γονέας την κρίση των παιδιών από νεαρή ηλικία;

Σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και βασικής εμπιστοσύνης, οι συναισθηματικές και νοητικές διεργασίες συνδιαμορφώνουν την κριτική ικανότητα του παιδιού. Χρειάζεται, λοιπόν μια ισορροπία στη σχέση με το παιδί. Να το αφήνουμε να παίρνει πρωτοβουλίες και να ξετυλίγει το έμφυτο δυναμικό του μέσα στο παιχνίδι, τις σχέσεις, τη φαντασία, την καθημερινότητά του. Να μην πνίγουμε τη δημιουργικότητά του μέσα σε ασφυκτικούς κανόνες και πρώιμα εκπαιδευτικά προτάγματα. Και ασφαλώς, να μη γίνονται οι γονείς δάσκαλοι. Ρόλος των γονιών είναι να προσφέρουν ισορροπημένη συναισθηματική και διανοητική τροφή στο παιδί, ανάλογα με την κάθε ηλικιακή φάση. Φυσικά, είναι απαραίτητο και να επεξηγούν, να συνομιλούν, να καθοδηγούν, αλλά κυρίως να ακούνε το παιδί τους και να απαντάνε στα ερωτήματα που του γεννιούνται και όχι να του «φυτεύουν» τις δικές τους σκέψεις. Με αυτό τον τρόπο, καλλιεργείται η κριτική διεργασία, με όχημα πάντα τη σχέση εμπιστοσύνης.

Πως διαφυλάσσουμε την αθωότητα των παιδιών ενώ τους μεταδίδουμε την ικανότητα αποκωδικοποίησης των άφθονων μηνυμάτων της εποχής μας;

Αντί για την αθωότητα, θα έλεγα μάλλον, αυτή τη χαριτωμένη αφέλεια που τα χαρακτηρίζει, εξαιτίας της ανωριμότητάς τους. Σε συνέχεια των παραπάνω λοιπόν, για να μη βιάσουμε τη φυσιολογική αναπτυξιακή πορεία των παιδιών, δε θα πρέπει να πριμοδοτούμε έναν αναπτυξιακό άξονα σε βάρος των υπολοίπων. Η φροντίδα που παρέχει ο γονέας δεν απευθύνεται μόνο στις διανοητικές λειτουργίες -κάτι που δυστυχώς συμβαίνει στην εποχή της ανταγωνιστικότητας-, αλλά σφαιρικά στις συναισθηματικές, ψυχικές και γνωστικές λειτουργίες των παιδιών. Χρειάζεται το σωστό μίγμα αλληλεπίδρασης και φροντίδας και οπωσδήποτε, προστασία από υπερδιέγερση παντός τύπου όπως, πληθώρα ή ακαταλληλότητα πληροφοριών, έκθεση σε υπερβολικά για την ηλικία τους ερεθίσματα, που δε μπορούν να «μεταβολίσουν» για να τα αξιοποιήσουν αναπτυξιακά. Όταν συμβαίνει αυτό, διασπάται η γραμμή της ανάπτυξης, κατακλύζεται και πλήττεται ο ψυχισμός. Είναι όπως όταν υπερφορτώνεις ένα δίκτυο, αυτό θα «καεί».

Ποιο ρόλο παίζει ο γονέας ως role model;

Εξαιρετικά ισχυρός στην προσχολική ηλικία, ο γονέας θέτει τις βάσεις της ψυχικής οργάνωσης του παιδιού. Διευρύνεται στην σχολική φάση με πρότυπα από το σχολικό περιβάλλον συμμαθητές, δάσκαλοι) και αποδομείται φυσικά στην εφηβεία, αφήνοντας πάντα το θεμελιώδες αποτύπωμα στην ψυχική οργάνωση του ατόμου.

Τώρα, όσον αφορά ειδικά στον ρατσισμό και τον σεβασμό της διαφορετικότητας, ασφαλώς παίζει ρόλο η οικογενειακή κουλτούρα (στάσεις, αντιλήψεις, πεποιθήσεις, αξίες, ηθικοί κώδικες κλπ). Η οικογενειακή κουλτούρα πάλι, διαμορφώνεται εν πολλοίς μέσα στην κοινωνική κουλτούρα. Στον ισλαμικό κόσμο, για παράδειγμα, η μισαλλοδοξία καλλιεργείται ως θρησκευτική αξία.

Είναι σήμερα μία καλή εποχή για να διδάξουμε στα παιδιά τον σεβασμό στη διαφορετικότητα;

Η αποδοχή και ο σεβασμός στη διαφορετικότητα δεν έχει εποχή. Είναι ένα απαραίτητο αναπτυξιακό βήμα από τη βρεφική ακόμη ηλικία, όταν το βρέφος βγαίνει από τη συμβιωτική σχέση με τη μητέρα και διαφοροποιείται ως προς αυτήν. Είναι η πιο δύσκολη και κρίσιμη στιγμή της ανάπτυξής του. Η αναγνώριση του «άλλου», η ύπαρξη του ξεχωριστού από τη μητέρα εαυτού του, η ύπαρξη του τρίτου (του πατέρα). Κάθε βήμα στην ανάπτυξή του το φέρνει αντιμέτωπο με μια πραγματικότητα που είναι διαφορετική από τις προσωπικές του επιθυμίες και φαντασιώσεις και χρειάζεται να την αναγνωρίσει, να την αποδεχτεί και να προσαρμοστεί σε αυτήν. Εάν αυτές οι πρώιμες διαδικασίες δεν ευοδωθούν, η ψυχική λειτουργία κυριαρχείται από πιο αρχαϊκούς μηχανισμούς. Ένας τέτοιος, είναι ο αμυντικός μηχανισμός της «προβολής», ο οποίος συναντάται στον πυρήνα των ρατσιστικών συμπεριφορών: το άτομο, δηλαδή, προβάλλει το «κακό» στον άλλο, και του επιτίθεται.

Με ποιες μορφές ρατσισμού έρχεται αντιμέτωπο ένα παιδί σήμερα;

Αυτό εξαρτάται εν μέρει από την ηλικία. Στα μικρότερα παιδιά υπερισχύουν εξωτερικά (φυσικά) χαρακτηριστικά: η παχυσαρκία, το ανάστημα, το χρώμα του δέρματος, τα μυωπικά γυαλιά, μια δυσαρθρία κλπ. Συχνά, επίσης, στοχοποιούνται παιδιά αποσυρμένα, ήσυχα, αδύναμα, εσωστρεφή, μοναχικά ή με μαθησιακές αδυναμίες. Στους εφήβους πάλι, παίζει μεγαλύτερο ρόλο η κουλτούρα της ομάδας, το ρεύμα, οι παρέες, οι κλίκες, το στυλ που υποδηλώνει μια συγκεκριμένη εμφάνιση.

Γιατί τα παιδιά είναι συχνά «σκληροί» κριτές της διαφορετικότητας, χωρίς να συναισθάνονται ότι αυτό μπορεί να είναι λάθος;

Η εσωτερίκευση της ηθικής συνείδησης είναι μια μακρά, εξελισσόμενη διεργασία. Τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας υπακούουν στους κανόνες και τις ηθικές αξίες των γονέων τους. Δεν έχουν εσωτερικεύσει το «σωστό», το «λάθος», το «ηθικό» ή το «ανήθικο». Συμμορφώνονται στις γονεϊκές νουθεσίες περισσότερο από τον φόβο της τιμωρίας, της δυσαρέσκειας ή της απάρνησης της αγάπης των γονέων. Γύρω στα 6 έτη εσωτερικεύουν τις αρχές και τις αξίες της οικογένειας. Τότε, η ηθική αρχίζει να γίνεται προσωπική τους υπόθεση και μπορεί να νιώσουν ενοχή. Αλλά ο δρόμος της καλλιέργειας των ανθρωπιστικών αξιών είναι μακρύς. Το βρέφος, για παράδειγμα, γεννιέται ως «πρωτόγονος άνθρωπος» με πρωταρχικές ενορμήσεις και αρχαϊκές άμυνες. Ωριμάζει, εξελίσσεται, κοινωνικοποιείται, και εκπολιτίζεται σε όλη την πορεία προς την ενηλικίωσή του. Συνεπώς, δε μας ξαφνιάζει ένα μικρό παιδί να γίνεται σκληρό και επιθετικό. Είναι ακόμη -φυσιολογικά- ψυχικά ανώριμο.

Τι επιπτώσεις έχει στην ψυχική υγεία των παιδιών η βίωση ρατσιστικών συμπεριφορών;

Οι ρατσιστικές συμπεριφορές έχουν μια τραυματική επίδραση στον ψυχισμό του ατόμου. Η σοβαρότητα της επίπτωσης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Στην περίπτωση των παιδιών από την προστατευτική λειτουργία της οικογένειας, την ηλικία του παιδιού (άρα την ωριμότητά του), την ψυχική του υγεία (ψυχική ανθεκτικότητα), την ένταση και τη διάρκεια της υφιστάμενης ρατσιστικής συμπεριφοράς.

Ποια θα πρέπει να είναι η στάση ενός γονέα εάν το παιδί του βιώνει τον ρατσισμό και ποια εάν έχει το ίδιο ρατσιστική συμπεριφορά έναντι άλλων;

Στην πρώτη περίπτωση θα χρειαστεί να το υποστηρίξει ψυχικά, και να το προστατεύσει σε συνεργασία με το σχολείο ή άλλους χώρους μέσα στους οποίους κοινωνικοποιείται το παιδί. Στη δεύτερη περίπτωση, θα χρειαστεί να αναρωτηθεί «τι πήγε στραβά» στο μεγάλωμά του. Γιατί χρειάζεται να προβάλει στον «διαφορετικό» όλο το «κακό» και να του επιτίθεται; Και στις δύο περιπτώσεις, εάν το συμβάν είναι περιστασιακό, αρκεί συνήθως η σωστή παρέμβαση των γονέων. Εάν όμως εμπεδώνεται μια κατάσταση ίσως χρειαστεί η βοήθεια του ειδικού της ψυχικής υγείας.

Ποιος είναι ο πιο καθοριστικός παράγοντας που καθορίζει τη στάση μας έναντι του ρατσισμού από μικρή ηλικία;

Η οικογένεια, το σχολείο και το φιλικό περιβάλλον Πρόκειται για ομόκεντρους κύκλους, που επικοινωνούν και αλληλοκαθορίζονται. Ο πρώτος γύρω από το παιδί είναι η οικογένεια και έχει την καθοριστική επίδραση στη βασική ψυχική του οργάνωση, και στα πρότυπα που προσφέρει. Στη συνέχεια, το ευρύτερο σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον, μέσα από ένα δίκτυο σχέσεων και αλληλεπιδράσεων, προσφέρει πρότυπα ταύτισης και διαμόρφωσης του χαρακτήρα και των στάσεών του στη ζωή.

Web Content Viewer

Portlet Content

Από το blog μας

Web Content Viewer

Portlet Content
Complementary Content
${loading}